Σωστή ενημέρωση, πρόληψη, επαγρύπνηση, όχι πανικό αλλά και εμβολιασμό όλων των οικόσιτων και αδέσποτων ζώων συνιστούν ειδικοί επιστήμονες, με αφορμή την επανεμφάνιση του ιού της λύσσας στη χώρα μας μετά από 25 χρόνια.
Για το θέμα η Ελληνική Κτηνιατρική Εταιρεία διοργάνωσε Συνέντευξη Τύπου στην Αθήνα προκειμένου να ενημερωθούν οι πολίτες για του τρόπους μετάδοσης και πρόληψης της λύσσας. «Η επανεμφάνιση της λύσσας στη χώρα μας δεν πρέπει να αποτελέσει αιτία υπερβολών και…πανικού. Αυτό που χρειάζεται είναι η σωστή ενημέρωση και η λήψη των κατάλληλων μέτρων από τους αρμόδιους φορείς. Ο ιός της λύσσας εντοπίστηκε σε αλεπού στο Παλαιόκαστρο Κοζάνης. Το κρούσμα επιβεβαιώθηκε στις 19 Οκτωβρίου, με ανακοίνωση του Εθνικού Εργαστήριου Αναφοράς για τη Λύσσα του Κτηνιατρικού Ινστιτούτου Αθηνών.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν στους ιδιοκτήτες ζώων συντροφιάς την υποχρέωσή τους να σημάνουν, να καταγράψουν και να εμβολιάσουν προληπτικά τα ζώα τους και στους κτηνοτρόφους που διατηρούν ποιμενικούς σκύλους την αναγκαιότητα καταγραφής τους και αντιλυσσικού εμβολιασμού τους από τους ιδιώτες κτηνιάτρους.
Η δ/νση Αγροτικής οικονομίας και κτηνιατρικής σε ανακοίνωσή της αναφέρει: Η επανεμφάνιση της λύσσας στην χώρα μας ήταν αναμενόμενη καθώς η χώρα μας συνορεύει με χώρες όπου η λύσσα ενδημεί όπως η Τουρκία, η Βουλγαρία, η Αλβανία και η FYROM. Η λύσσα ακόμα και σήμερα παραμένει μια απειλή για την ανθρωπότητα. Οι θάνατοι από τη νόσο ξεπερνούν παγκόσμια τους 45.000 ετησίως ενώ υπολογίζεται ότι 4.000.000 περίπου άνθρωποι κάθε χρόνο υποβάλλονται σε προληπτική αντιλυσσική θεραπεία σε περισσότερο από 80 χώρες του κόσμου.
Παρόλο ότι η λύσσα θεωρείται κατά κύριο λόγο νόσος των σαρκοφάγων, προσβάλει τα περισσότερα είδη των θηλαστικών και τον άνθρωπο. Για πρακτικούς λόγους διακρίνεται στη λύσσα των σκύλων (λύσσα των δρόμων) και στη λύσσα των άγριων ζώων. Ως λύσσα των σκύλων χαρακτηρίζεται αυτή που μεταδίδεται από τα ζώα αυτά στις πόλεις και στα χωριά, ενώ λύσσα των άγριων ζώων χαρακτηρίζεται εκείνη που μεταδίδεται από λύκους, τσακάλια, αλεπούδες και νυχτερίδες. Ο ιός της λύσσας μεταδίδεται με το σάλιο των μολυσμένων ζώων κατά τη στιγμή που αυτά δαγκώνουν ανθρώπους ή άλλα ζώα. Μπορεί επίσης να μεταδοθεί στον άνθρωπο όταν αυτός έρχεται σε επαφή με το σάλιο του μολυσμένου ζώου από τις εκδορές και τα μικροτραύματα του δέρματος ή ακόμα και από τους υγιείς βλεννογόνους. Τέλος, είναι πιθανή η μετάδοση του παθογόνου παράγοντα όταν υπάρχει στα ούρα των νυχτερίδων μέσω σταγονιδίων σε σπηλιές ή σε εργαστήρια όπου οι νυχτερίδες κρατούνται ως πειραματόζωα.
Η περίοδος επώασης της νόσου (που προηγείται της εκδήλωσης των συμπτωμάτων) στον άνθρωπο είναι 2 – 8 εβδομάδες, στους σκύλους και στις γάτες 10 ημέρες έως 2 ή και περισσότερους μήνες και στα βοοειδή από 25 έως και 150 ημέρες. Ο άνθρωπος είναι από τα πιο ανθεκτικά είδη ως προς την νόσο.
Στον σκύλο η λύσσα εμφανίζεται με δυο μορφές : την μανιακή και την καταθλιπτική. Η μανιακή μορφή εμφανίζεται με αλλαγή της συμπεριφοράς του ζώου το οποίο, ή απομονώνεται σε σκιερά μέρη, ή παρουσιάζει νευρικότητα (περιφέρεται ανήσυχο χωρίς συγκεκριμένο σκοπό και τρομάζει με το παραμικρό). Το ζώο είναι ανόρεχτο και παρουσιάζει ερεθισμό στο σημείο που δαγκώθηκε (το οποίο συνήθως δαγκώνει). Παρουσιάζει επίσης συμπτώματα φόβου και επιθετικότητας – δαγκώνει στην κυριολεξία ότι βρεθεί μπροστά του, αντικείμενα, άλλα ζώα και ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου του αφεντικού του αλλά και του ιδίου προκαλώντας σοβαρούς αυτοτραυματισμούς. Από το στόμα του ζώου ρέουν άφθονα σάλια που αδυνατεί να τα καταπιεί λόγω σπασμού των μυών της κατάποσης. Το γαύγισμά του αλλάζει και μεταβάλλεται σε βραχνό και τραχύ ουρλιαχτό. Ακολουθεί η παράλυση του σώματος και των άκρων που καταλήγει στο θάνατο του ζώου. Στην καταθλιπτική μορφή παρατηρείται παράλυση του τραχήλου και των μυών της κατάποσης που συνοδεύεται από άφθονη σιαλόρροια. Πολλοί ιδιοκτήτες πιστεύουν ότι ο σκύλος τους κατάπιε κάποιο κόκαλο και προσπαθούν να το βγάλουν για να βοηθήσουν το ζώο, εκθέτοντας έτσι τον εαυτό τους στη μόλυνση. Η νόσος συνεχίζεται με παράλυση των άκρων, γενικευμένη παράλυση και θάνατο.
Στις γάτες η λύσσα εμφανίζεται με την μανιακή μορφή.
Στα βοοειδή εμφανίζεται κυρίως με την παραλυτική μορφή.
Τα μέτρα που λαμβάνουμε για την επιδημιολογική διερεύνηση, την πρόληψη και την καταπολέμηση της νόσου συνοψίζονται στα παρακάτω:
- Σήμανση, καταγραφή και προληπτικός αντιλυσσικός εμβολιασμός όλων των δεσποζόμενων σκυλιών και γάτων (δημιουργία βιολογικού φραγμού).
- Μείωση του αριθμού των αδέσποτων σκύλων και γάτων (εμβολιασμοί και στείρωση από τους Δήμους και τα Ζωοφιλικά σωματεία).
- Ενημέρωση των κατοίκων της χώρας να εμβολιάζουν τα ζώα τους και να αναφέρουν αμέσως στις αρχές (αστυνομία, κτηνιατρική υπηρεσία υγειονομικές αρχές, Δήμους) κάθε περίπτωση δαγκώματος σε ανθρώπους ή άλλα ζώα. Ιδιαίτερη ενημέρωση στους κυνηγούς και συστάσεις να εμβολιάζουν τους σκύλους τους.
- Άμεση ειδοποίηση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ή/και των Δασικών Υπηρεσιών – Κυνηγετικών Ομοσπονδιών από τους κυνηγούς, δασοφύλακες ή και τα άτομα που εργάζονται σε δασικές περιοχές σε περίπτωση εντοπισμού νεκρών άγριων ζώων (αλεπούδες, λύκοι, τσακάλια, κουνάβια) για την περισυλλογή τους και την εξέτασή τους για πιθανή παρουσία λύσσας.
Σε περίπτωση δαγκώματος από ζώα, το τραύμα πρέπει άμεσα να καθαρίζεται με άφθονο νερό και σαπούνι (πλύσιμο τουλάχιστον 15 λεπτά) και στη συνέχεια προστίθεται ισχυρό απολυμαντικό (π.χ. σκεύασμα διαλύματος ιωδίου ή οινόπνευμα). Στη συνέχεια επιβάλλεται η επίσκεψη σε ιατρό για την περαιτέρω φροντίδα του τραύματος και την χορήγηση αντιτετανικού ορού και αντιμικροβιακών παραγόντων (εφόσον κρίνονται αναγκαία).
Η λύσσα είναι νόσος υποχρεωτικής δήλωσης. Ο προληπτικός εμβολιασμός όλων των σκύλων (συμπεριλαμβανομένων των ποιμενικών) και γάτων και ιδιαίτερα των κυνηγετικών σκύλων που κυνηγούν σε παραμεθόριες περιοχές και σε βάθος 30 χιλιομέτρων από τα σύνορα κρίνεται επιβεβλημένος. Ο περιορισμός του αριθμού των αδέσποτων ζώων θα περιορίσει σημαντικά την εκδήλωση λύσσας στην χώρα μας και την εξάπλωσή της.
Το ΥΠ.Α.Α.Τ. από τις αρχές του 2012 εφαρμόζει πρόγραμμα επιζωοτιολογικής επιτήρησης και διερεύνησης πιθανής εισόδου του ιού της λύσσας στην χώρα μας με τη συστηματική συλλογή δειγμάτων από ζώα – δείκτες ( Κ.Υ.Α. 1604/45066 – 11.04.2012). Η ανεύρεση και επιβεβαίωση λύσσας στο περιστατικό της Κοζάνης ήταν στα πλαίσια εφαρμογής αυτού του προγράμματος.
Για περισσότερες πληροφορίες και ενημέρωση μπορείτε να απευθύνεστε στο Τμήμα Κτηνιατρικής της Π. Ε. Θεσσαλονίκης στα τηλέφωνα 2310478315 και 2310478317 και στις παρακάτω ιστοσελίδες:
Ν.4039_2012 Δεσποζόμενα Αδέσποτα