Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των μονογονεϊκών οικογενειών, δηλαδή των οικογενειών στις οποίες υπάρχει μόνο ένας γονέας. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων, όπως η αύξηση του αριθμού των διαζυγίων, ο αιφνίδιος ή μη θάνατος ενός γονέα ή η γέννηση παιδιών εκτός γάμου.
Στο σύνολό τους, οι περισσότερες μονογονεϊκές οικογένειες έχουν επικεφαλής τη μητέρα, μια και, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις διαζυγίου, είναι συνηθέστερο να δίνεται η κηδεμονία των παιδιών σε αυτή. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και αρκετές μονογονεϊκές οικογένειες με επικεφαλής τον πατέρα.
Η γονεϊκότητα αποτελεί μια σημαντική πτυχή στη ζωή ενός ατόμου και επιφέρει μια σειρά αλλαγών στην καθημερινότητά του. Πολλές από τις δυσκολίες των μονογονεϊκών οικογενειών είναι παρόμοιες με εκείνες που παρατηρούνται σε μια οικογένεια με δύο γονείς. Η φροντίδα των βασικών αναγκών, η παροχή των αναγκαίων, η αντιμετώπιση των αναπτυξιακών δυσκολιών των παιδιών, η βοήθεια στα σχολικά καθήκοντα είναι μερικές από αυτές. Ωστόσο, τα προβλήματα αυτά μπορεί να φαίνονται πιο δύσκολο να τα διαχειριστεί ο γονέας που είναι μόνος και δεν έχει κάποιο υποστηρικτικό δίκτυο συγγενών ή φίλων.
Η μονογονεϊκότητα ενδέχεται να δημιουργεί στο γονέα επιπρόσθετες πιέσεις, καθώς καλείται να αναπροσαρμόσει τη ζωή και τις προτεραιότητές του σε σημαντικό βαθμό. Ιδιαίτερα, στις μονογονεϊκές οικογένειες οι οποίες προκύπτουν μετά από ένα διαζύγιο μερικές από τις προκλήσεις που παρουσιάζονται είναι τα προβλήματα επίσκεψης και επιμέλειας, οι επιπτώσεις της συνεχιζόμενης σύγκρουσης μεταξύ των γονέων, η αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης δυσκολιών των παιδιών αναφορικά με την ψυχοσυναισθηματική τους προσαρμογή και τα προβλήματα που προκαλούνται, όταν ο γονέας αρχίζει να δημιουργεί νέες σχέσεις. Δεν είναι, μάλιστα, σπάνιο να γίνει αποδέκτης του μεγαλύτερου μέρους του αρνητισμού, της επαναστατικότητας και του θυμού των παιδιών εξαιτίας της διάλυσης της οικογένειας. Για τους λόγους αυτούς, χρειάζεται να διαχειριστεί τα προσωπικά του αρνητικά συναισθήματα προς τον/την πρώην σύζυγο και να φροντίσει έτσι, ώστε τα παιδιά να βρουν το χώρο να εκφράσουν την πικρία και το θυμό για τη νέα κατάσταση, καθώς και την επιθυμία τους να επικοινωνούν με τον άλλο γονέα.
Επιπρόσθετα, ο γονέας επικεφαλής της μονογονεϊκής οικογένειας χρειάζεται να προβεί σε διαφοροποίηση αναφορικά με τον εργασιακό του ρόλο, ώστε να μπορεί να εξισορροπήσει τις αυξημένες οικονομικές ανάγκες της οικογένειας. Ιδιαίτερα, στις περιπτώσεις που ο άλλος γονέας δεν συμμετέχει ενεργά, έχει αποσυρθεί πλήρως από τη φροντίδα των παιδιών ή δεν υπάρχει, ενδέχεται να βιώνει υψηλά επίπεδα στρες και άγχους. Ιδιαίτερα, οι γυναίκες επικεφαλής αντιμετωπίζουν συχνότερα δυσκολίες αναφορικά με την εύρεση ή τη διατήρηση της εργασίας τους, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται σημαντικά η οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Αντίθετα, οι άνδρες επικεφαλής μονογονεϊκών οικογενειών φαίνεται να έχουν καλύτερες ευκαιρίες εργασίας και υψηλότερες χρηματικές απολαβές. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι η μονογονεϊκότητα δεν ασκεί και σε αυτούς πιέσεις. Ένας άνδρας συχνά –αν και όχι πάντα- δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένος να αντιμετωπίζει και να φέρει σε πέρας της πολλαπλές απαιτήσεις της γονεϊκότητας, που περιλαμβάνουν τη συνεχή φροντίδα, την επιτήρηση, τη βοήθεια στα μαθήματα και την οριοθέτηση της συμπεριφοράς των παιδιών, καθήκοντα που παραδοσιακά είναι συνδεδεμένα με το μητρικό ρόλο. Συνεπώς, η μονογονεϊκότητα απαιτεί αναπροσδιορισμό και επανακαθορισμό των οικογενειακών ρόλων.
Επιπλέον, οι ανάγκες των παιδιών σε σχέση με την ηλικία και το αναπτυξιακό τους επίπεδο αποτελούν μια ακόμη δυσκολία. Για παράδειγμα, τα περισσότερα παιδιά κατά την εφηβεία ενδεχομένως να αισθάνονται κάποια εχθρότητα προς τους γονείς τους, καθώς μεγαλώνουν και προσπαθούν να ανεξαρτητοποιηθούν. Όμως, όταν η οργή και η εξέγερση κατευθύνεται στο σύνολό της προς ένα πρόσωπο, μπορεί η κατάσταση να επιδεινωθεί. Επομένως, είναι σημαντικό ο γονέας και τα παιδιά να υιοθετήσουν νέα πρότυπα επικοινωνίας και να διαπραγματευθούν από την αρχή τη μεταξύ τους σχέση.
Τα παιδιά έχουν ανάγκες που χρειάζεται να ικανοποιηθούν και απαιτούν την προσοχή και το συνεχές ενδιαφέρον του γονέα, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο χρόνος που έχει στη διάθεσή του για να ασχοληθεί με τα προσωπικά του ενδιαφέροντα και να διατηρήσει τις κοινωνικές του επαφές. Η ύπαρξη προσωπικού χρόνου είναι απαραίτητη και αναγκαία προϋπόθεση ώστε ο γονέας να μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα μέσα στο πλαίσιο της οικογένειας, καθώς παρέχει την ευκαιρία για ανασυγκρότηση των δυνάμεων, χαλάρωση και αποστασιοποίηση από τις καθημερινές δυσκολίες.
Όλα τα παραπάνω καθιστούν σαφές το γεγονός ότι ο/η επικεφαλής μιας μονογονεϊκής οικογένειας αντιμετωπίζει ένα ευρύ φάσμα πιέσεων και δυνητικών προβλημάτων σε διάφορα επίπεδα. Ωστόσο, η μονογονεϊκότητα αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για το γονέα να δοκιμάσει νέους ρόλους, να ενισχύσει τις δεξιότητες και τις ικανότητές του και να επιτύχει προσωπική ολοκλήρωση. Το σημαντικότερο είναι ότι η εμπειρία αυτή μπορεί να λειτουργήσει ως ένα βασικό σημείο επαφής μεταξύ του γονέα και των παιδιών, φέρνοντας τους πιο κοντά και ενδυναμώνοντας τους οικογενειακούς δεσμούς. Αποτελεί, λοιπόν, πολύ περισσότερο μια πρόκληση παρά μια δυσκολία.